Ο πιστός φίλος

Average: 4 (1 vote)
Υποβλήθηκε από aiakos στις Δευ, 09/04/2012 - 19:26. - 0 Σχόλια

Το σχόλιο ενός ανώνυμου αναγνώστη με προβλημάτισε.

 « Τελικά ο μόνος φίλος σου είναι ο σκύλος σου».

Θυμήθηκα το πρώτο κείμενο που διάβασα όταν πήγα στην πρώτη γυμνασίου. Έψαξα ,το βρήκα  το τύπωσα, κάθισα στον καναπέ παρέα με τον σκύλο μου και το ξαναδιάβασα:

 

Ο πιστός φίλος


Πιστεύω[1] τω φίλω.
Πιστόν φίλον εν κινδύνοις γιγνώσκεις[2].
Ο φίλος τον φίλον εν πόνοις[3] και κινδύνοις ου λείπει.
Τοις των φίλων λόγοις αεί πιστεύομεν.
Ει[4] κινδυνεύετε, ω φίλοι, τους των ανθρώπων τρόπους[5] γιγνώσκετε.
Οι μεν γαρ άπιστοι φίλοι ού μετέχουσι[6] του κινδύνου, οι δε πιστοί συνκινδυνεύουσι τοις φίλοις.
Πιστοίς φίλοις μάλλον[7] ή χρυσώ και αργύρω πιστεύομεν.
Οι αγαθοί άνθρωποι και εν κινδύνοις αεί αγαθόν έχουσι θυμόν[8]. Τω γαρ θεώ πιστεύουσιν.
Ώ φίλε, ο θεός τους αγαθούς ανθρώπους ού λείπει. Πολλοί άνθρωποι τω πλούτω μάλλον ή τω θεώ πιστεύουσι.

[1]: έχω εμπιστοσύνη
[2]: γνωρίζω
[3]: κόπος
[4]: εάν
[5]: χαρακτήρας
[6]: λαμβάνω μέρος
[7]: περισσότερον
[8]: διάθεση

Αναγνωστικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, Α΄Γυμνασίου

 

Κοίταξα τον Σμόκι και τον ρώτησα τι κατάλαβε. Με κοίταξε με νόημα, κούνησε την ουρά του και χαμήλωσε το βλέμμα του. Καθίσαμε παρέα , έπεσα σε βαθύ συλλογισμό. Το κείμενο γύριζε μέσα στο μυαλό μου. Ναι αλλά πως μετράς την φιλία; Και επειδή η φιλία είναι περισσότερο κάτι που λέμε λεκτικά αλλά είναι δύσκολο να μετρηθεί ποιοτικά, προσπάθησα να βρω κάτι που να είναι μετρήσιμο. Τελικά κατέληξα στο συμπέρασμα πως έπρεπε να κινηθώ με βάση την ανταποδοτικότητα της συμπεριφοράς. Δηλαδή, τι έκανα εγώ για αυτούς και τι έκαναν αυτοί μετά για μένα. Όμως η συμπεριφορά είναι κάτι που μετράτε σε βάθος χρόνου. Τελικά χρησιμοποίησα ως αφετηρία την δεκαετία του 1970. Τότε που ζούσα στο Λονδίνο και η νοσοκομειακή περίθαλψη στην Ελλάδα ήταν τραγική. Θυμάμαι ότι οι γονείς μου φιλοξενούσαν σε μόνιμη βάση αρχικά συγγενείς, αργότερα φίλους των συγγενών ,συμπατριώτες από την Αίγινα και άλλους πολλούς που ερχόντουσαν στο Λονδίνο για να χειρουργηθούν. Άλλωστε ο βασικός λόγος που βρεθήκαμε εκεί ήταν το μακροχρόνιο πρόβλημα υγείας της μάνας μου. Άμα προσθέσεις και το έντονο θρησκευτικό της συναίσθημα εύκολα καταλαβαίνεις  …. Είχα μάθει όλα τα νοσοκομεία απ έξω. Αλλά εκτός από τον ανθρώπινο πόνο υπήρχαν και διάχυτα τα ανθρώπινα συναισθήματα. Την Ελλάδα την γνώριζα και την ζούσα μέσα από όλους αυτούς τους ανθρώπους. Λύπες, αγωνίες, συναισθήματα χαράς όταν το αποτέλεσμα ήταν καλό, και έντονος προβληματισμός όταν έπρεπε να μεταφράσω  «αυτά που είπε ο γιατρός».

Όταν τελείωσα τις σπουδές , γύρισα πίσω, για πρώτη φορά μετά από ένδεκα χρόνια. Μέχρι τότε  τους Έλληνες τους ήξερα εκτός Ελλάδος. Τώρα είχε έρθει η ώρα να τους γνωρίσω στο φυσικό τους περιβάλλον. Πέραν κάποιων συγγενών όλοι οι γνωστοί μου στην Ελλάδα είχαν φιλοξενηθεί από την μητέρα μου. Είχε έρθει η ώρα την «ανταπόδοσης».

Παρουσιάστηκα στα Γιάννενα σε ένα κέντρο νεοσυλλέκτων που συγκέντρωσαν τους εξ αναβολής. Είχα ήδη δυο μήνες στην Ελλάδα αλλά εκεί κατάλαβα τι εννοούσαν όλοι αυτοί που με ρώταγαν επίμονα αν είχα μέσον. Τότε θυμήθηκα τι μου είχε πει ο κύριος Κώστας ο  Μεγκλής. Έπρεπε να βρω επειγόντως ένα τηλέφωνο. Κάποιος είπε ότι το ΡΕΟ που μεταφέρει τα σκουπίδια του στρατοπέδου μετά την χωματερή σταματάει σε μια καφετέρια και εκεί υπήρχε τηλέφωνο. Το επόμενο πρωί δήλωσα εθελοντής. Ο κύριος Κώστας μου έδωσε το τηλέφωνο του αδελφού του Νίκου που εργαζόταν στην περιφέρεια Ιωαννίνων.  Τον Νίκο δεν τον γνώριζα αλλά τον είχα εξυπηρετήσει. Σε ένα σοβαρό τροχαίο του γιού του είχε βρεθεί στην Μόσχα όπου ο γιατρός του, για χρήση συγγενή του χρειαζόταν ένα φάρμακο για τον καρκίνο που υπήρχε τότε μόνο στο Λονδίνο. Του το έστειλα μέσω διπλωματικού ταχυδρομείου.

Λίγες μέρες αργότερα, στην αναφορά τάγματος μας ανακοίνωσαν τις ειδικότητες. Ανακριτής αιχμαλώτων πολέμου. Άρχισα να καταλαβαίνω τι σημαίνει μέσον . Πρώτη μετάθεσα στην Αλεξανδρούπολη σε μηχανοκίνητο τάγμα πεζικού. Μόλις πάτησα το πόδι μου στην Αλεξανδρούπολη πήγα στην Εθνική τράπεζα. Εκεί δούλευε ο Γιάννης. Μέχρι να έρθει ο καφές είχε πάρει τηλέφωνο τον υποδιοικητή του τάγματος. Δυο μήνες αργότερα βρέθηκα στην σχολή πληροφοριών στην Αθήνα για εκπαίδευση. Βγήκε και μια μετάθεση για Μυτιλήνη. Κράτησε λίγες ώρες μέχρι να ανέβει ο συνταγματάρχης (τον οποίο είχε εξυπηρετήσει ο πατέρας μου στο Λονδίνο) στον διοικητή του Β επιτελικού και να «απαιτήσει» την άμεση μετατροπή της μετάθεσης μου στο ΓΕΣ.  Εκεί, έδωσα την ίδια ειδικότητα με μένα και στους φίλους μου από το Λονδίνο που υπηρετούσαν εκείνη την εποχή και φυσικά την ανάλογη μετάθεση.

Ο κανόνας της ανταπόδοσης ήταν γεγονός. Όλοι οι άνθρωποι που είχαν εξυπηρετηθεί   από την οικογένεια μου στην δύσκολη στιγμή τους, το ανταπέδωσαν χωρίς καν να τους ζητηθεί. Τα πάντα λειτουργούσαν στο πλαίσιο του αυτονόητου. Μέχρι που ήρθα στην Αίγινα  που για μένα τότε ήταν μια ανάμνηση των παιδικών μου χρόνων.

Το 1985 στα εγκαίνια του βίντεο club των Γιαννούλη Ν και Γ Οικονόμου επι της Αφαίας, ο τότε υποψήφιος δήμαρχος Γιώργος  Τζίτζης που ζήτησε να κατέβω υποψήφιος σύμβουλος μαζί του. Δέχτηκα γιατί θεώρησα ότι το όλο θέμα είχε ενδιαφέρον. Τους λόγους του Τζίτζη τους έγραφε ο Τρύφωνας ο οποίος ήταν και ο τότε άνθρωπος του. Ο Τζίτζης έβγαλε τον  λόγο  του από το μπαλκόνι του Βασίλη του Τσίχλα (σήμερα κατάστημα eurobank)  που ήταν και υποψήφιος του. Την ώρα που μίλαγε ο Τζίτζης, ο πεθερός του Τρύφωνα  ο Αντώνης μου είπε:  «θα βγάλουμε τώρα τον Γιώργο και στην επόμενη τετραετία τον Τρύφωνα». Αργότερα κατάλαβα τι εννοούσε.  Μόνο που τότε ο δελφίνος ήταν ένας  ενώ σήμερα οι δελφίνοι σφάζονται κάνοντας ανίερες συμμαχίες σε καθημερινή βάση μέχρι την τελική επικράτηση του ενός. Οι τότε φίλοι μου του συνδυασμού συνεχώς με συμβούλευαν να ασχοληθώ με τα λογιστικά λόγω σπουδών.  «Με τους συγγενείς με τις γνωριμίες και με όλους αυτούς που έχετε εξυπηρετήσει δεν θα έχεις κανένα πρόβλημα» , μου έλεγαν. Όταν τελικά το αποφάσισα, το τροπάριο άλλαξε. Ξέρεις, δεν μπορούμε να φύγουμε, και  μου αράδιαζαν ένα σωρό δικαιολογίες. Από όλους αυτούς που προανέφερα (πλην μερικών συγγενών ) κανένας δεν έγινε πελάτης μου. Δύο χρόνια αργότερα, συνταξίδευα με έναν από αυτούς και μου εξέφρασε την απορία: « ρε Γιώργο, αφού κανένας από τους φίλους σου δεν σε στήριξε, πως τα κατάφερες;»

Αυτός όμως που δεν θα ξεχάσω ποτέ, ήταν κάποιος που πέρασε από το Λονδίνο και κάναμε μαζί τον συνήθη γύρο των νοσοκομείων. Όταν έμαθε ότι αρραβωνιάστηκα πήγε και βρήκε την πεθερά μου για να προλάβει το κακό. Ας είναι καλά εκεί που είναι αν και πλήρωσα ακριβά  τον καλό του λόγο.

Ευτυχώς που δεν είχα περισσότερους φίλους. Θα ήμουν ακόμα άνεργος.