ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Χωρίς ψήφους ακόμα
Υποβλήθηκε από aiakos στις Σάβ, 25/08/2012 - 14:26. - 0 Σχόλια

Είναι να απορεί κανείς με την μανία των ιστορικών οι οποίοι προσπαθούν να δείξουν την προσφορά της Ιταλίας στην τέχνη, στην αρχιτεκτονική, το φαγητό, την μουσική ακόμα και την μαφία και αγνοούν παντελώς το πάθος των Ιταλών για το ποδόσφαιρο.

Σε μεγάλους αγώνες, του ποδοσφαίρου εκατομμύρια πολίτες κατεβαίνουν στους δρόμους να γιορτάσουν τις επιτυχίες της Ιταλίας στο παγκόσμιο κύπελλο. Τέτοιες  επιτυχίες είναι ικανές να αλλάξουν τον ρου της πολιτικής ζωής της χώρας. Από την άλλη πλευρά όμως, όπως έχει δείξει το παρελθόν την δεκαετία του 1980, το ποδόσφαιρο έφερε στην επιφάνια το άσβεστο μίσος μεταξύ των μεγάλων ομάδων της νοτίου Ιταλίας της Νάπολης και των ομάδων του Τορίνο και του Μιλάνου.

Το ποδόσφαιρο πλέον αποτελεί μέρος της καθημερινότητας όπως η πολιτική και τα οικονομικά. Επιπλέον το ποδόσφαιρο έχει φτάσει στο σημείο να επηρεάζει την πολιτική και την οικονομία.

Στην Ιταλία το ποδόσφαιρο έφτασε στα μέσα του δεκάτου ενάτου αιώνα από γερμανικού τύπου ποδοσφαιρικές ομάδες αλλά παρά την Γερμανική του προέλευση το Ιταλικό ποδόσφαιρο ήταν μια υπόθεση των Ιταλών φιλελεύθερων της εποχής. Οι γυμναστικοί σύλλογοι της εποχής (όπως αναφέρει το περιοδικό Educazione Politica)  στόχευαν στην εκγύμναση των νέων ώστε οι αυριανή νεολαία της χώρας να είχε το θάρρος και το κουράγιο να σκοτώσει για την ελευθερία του έθνους.

Στις αρχές του  εικοστού αιώνα η αριστερά και η εκκλησία δεν έβλεπαν με καλό μάτι της μεγάλη άνοδο που είχαν τα σπορ στην χώρα. Αρκετοί σοσιαλιστές θεωρούσαν τα σπορ ως εμπόδιο στο χτίσιμο μιας ταξικής κοινωνίας.

Αντιθέτως ο Μουσολίνι αναγνώρισε την χρησιμότητα των σπορ και τα ενέταξε στην φασιστική ιδεολογία του ηρωισμού, του θάρρους και της ομαδικότητας. Για τον Μουσολίνι, το ποδόσφαιρο αποτέλεσε μέρος της εθνικής υπερηφάνειας όταν η Ιταλία κέρδισε το παγκόσμιο κύπελλο το 1934 και το 1938. Τα σπορ πλέον ήταν το έναυσμα για την φυσική και ηθική ανάταση του έθνους.

Τα αθλητικά σωματεία πέρασαν κάτω από των έλεγχο των φασιστών , ο Ντούτσε χαρακτηρίστηκε ως ο υπέρμαχος σπόρτσμαν και φωτογραφιζότανε κάνοντας κολύμπι, σκι, ξιφασκία, ιππασία και τρέχοντας με μοτοσικλέτες.

Η σημασία των σπορ υποχώρησε σημαντικά μετά την απελευθέρωση όπου κυριάρχησε μια νέα πολιτική κουλτούρα. Η επική κόντρα μεταξύ των ποδηλάτων Gino Bartali and Fausto Coppi αντικατοπτρίζει την πάλη μεταξύ των σοσιαλιστών και των χριστιανοδημοκρατών,

Όταν τα σκάνδαλα της διαφθοράς στις αρχές της δεκαετίας 1990 κατέστρεψαν τους χριστιανοδημοκράτες και τους συμμάχους τους (οι οποίοι κυριαρχούσαν στην πολιτική ζωή της χώρας για μια πεντηκονταετία), τα σπορ ήταν η μόνη δύναμη που είχε αντίκρισμα.

Η επιτυχία του Μπερλουσκόνι να ανεβάσει την ομάδα του AC Milan, στην κορυφή, τον βοήθησε να κερδίσει την εξουσία όσο και η αυτοκρατορία του των Μίντια. Η γλώσσα της πολιτικής και του ποδοσφαίρου έσμιξε και η Ιταλική πολιτική «ποδοσφαιροποιήθηκε»΄.

Ο Μπερλουσκόνι ανακοίνωσε την κάθοδό του στην πολιτική χρησιμοποιώντας τον ποδοσφαιρικό όρο «μπαίνουμε στο γήπεδο» και αργότερα υποσχέθηκε να κάνει την Ιταλία το ίδιο επιτυχημένη όπως είχε κάνει και την ομάδα του Μίλαν. Έφθασε στο σημεία να χρησιμοποιεί ποδοσφαιρικά τραγούδια για να προβάλει το κόμμα του.

 Αλλά και μετά την αποχώρηση του Μπερλουσκόνι, το ποδόσφαιρο συνεχίζει να διαδραματίζει θετικό ρόλο και να λειτουργεί ως ενωτικός παράγοντας για την χώρα.

Επιπλέον κατά ένα παράδοξο τρόπο η ιστορία επαναλήφθηκε.

Στο παγκόσμιο κύπελλο του 1970, οι Ιταλοί κέρδισαν τους Γερμανούς στον ημιτελικό και μετά έχασαν από την Βραζιλία του Πελέ και του Ζιαρζίχο.

Το 2012 οι Ιταλοί ξανακέρδισαν τους γερμανούς στον ημιτελικό και έχασαν από τους Ισπανούς του Ξαβί και του Ινιέστα.

Η νίκη της Ισπανίας είναι σημαντική για πολλούς λόγους. Για δεκαετίες η Ιταλία, η Γερμανία και η Βραζιλία αποτελούσαν τις βαριές ομάδες του διεθνούς ποδοσφαίρου. Η Ισπανία μπορούσε να θεωρηθεί ως μέσης κατηγορίας.

Το 2008 η εθνική ομάδα της Ισπανίας υιοθέτησε το όνομα «οι κόκκινοι» κάτι αδιανόητο για την περίοδο Φράνκο.  Τα προηγούμενα χρόνια την ομάδα προπονούσε  ο Javier Clemente, της παλιάς σχολής που δεν σήκωνε πολλά πολλά ο οποίος με την σειρά του θαύμαζε τον αποκαλούμενο χασάπης του Μπιλμπάο Andoni Goikoetxea,

Σήμερα με προπονητή τον Luis Aragonés,  η ομάδα εγκατέλειψε την παραδοσιακή μέθοδο της «ισπανικής αγριάδας» η οποία είχε αναπτυχθεί στην χώρα των Βάσκων και είχε υιοθετηθεί από τον Φράνκο και υιοθέτησε το τεχνικά εξελιγμένο στυλ «τίκι τάκα» της Μπαρτσελόνα.

 Το στυλ «τίκι τάκα» προέρχεται από το «ολικό ποδόσφαιρο» της Ολλανδίας της δεκαετίας του 1970 το οποίο επηρεάστηκε κυρίως από την τεχνική του Ολλανδού Johan Cruyff, πρώην παίχτη της Μπαρσελόνα και του  Xavi, Iniesta  καθώς και άλλων παιχτών οι οποίοι διδάχτηκαν την μέθοδο στην ακαδημία της Μπαρσελόνα  La Masia, που οργάνωσε ο Cruyff  και είναι βασισμένη στο σύστημα του Ajax στο Amsterdam.

Η Ισπανία κέρδισε το Ευρο 2008, το παγκόσμιο κύπελλο το 2010 και το Ευρο 2012. Ποτέ στην ιστορία του ποδοσφαίρου μια ομάδα δεν υπήρξε τόσο κυρίαρχη καθώς κανένας αντίπαλος δεν έχει καταφέρει να αντιμετωπίσει αυτό το «τίκι τάκα» των Ισπανών η κυριαρχία των οποίων δεν φαίνεται να τελειώνει σύντομα.

Και ενώ η Ισπανία αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, η φήμη της αυξάνεται χάρη στους ποδοσφαιριστές της. Το ερώτημα βέβαια είναι , πως τα κατάφερε.

Ίσως η απάντηση να βρίσκεται στο άνοιγμα προς την δημοκρατία μετά από την μακρόχρονη δικτατορία του Φράνκο. Σε αντίθεση με τις γερμανικές επιροές του Ιταλικού ποδοσφαίρου, το ποδόσφαιρο ήρθε τον δέκατο ένατο αιώνα από Άγγλους. Αρχικά κυριάρχησε η χώρα των Βάσκων, ακολούθησαν επιρροές από την Αργεντινή (από τον Alfredo di Stéfano, της Real Madrid την δεκαετία του 1950) αλλά η πραγματική άνοδος ήρθε την μετά Φράνκο εποχή. Στην παρούσα φάση, η εθνική ομάδα έχει εμπλουτιστεί από παίχτες των Ισπανικών ομάδων οι οποίες βρίσκονται στο σύνολό τους σε πολύ υψηλό επίπεδο.

Σε ότι αφορά την Ιταλία, η στενή σχέση μεταξύ εξουσίας και ποδοσφαίρου συνεχίζεται. Ο Μπερλουσκόνι πρόσφατα ανακοίνωσε ότι το κόμμα του θα ξαναπάρει το παλιό του όνομα Forza Italia!

 Είναι προφανές ότι ο Καβαλιέρε ετοιμάζεται να ξανακατέβει στις εκλογές με ποδοσφαιρικούς ύμνους και συνθήματα…

Γιώργος Θεοδωράκης

Βιβλιογραφία

Simon Martin, Sport Italia: the Italian Love Affair with Sport (I.B.Tauris )

Jimmy Burns, La Roja: a Journey Through Spanish Football (Simon & Schuster)